Αγριελιά
Βάτος
Άγνος στην Κέρκυρα (αρχαιοελληνική ονομασία), λυγαριά στην άλλη Ελλάδα, είναι θάμνος πολύ διαδεδομένος στην ύπαιθρο του νησιού αλλά και ευρύτερα στην ελληνική ύπαιθρο.
Η επιστημονική της ονομασία είναι Άγνος η κοινή, Άγνος ο αγνός και είναι διεθνώς γνωστός με τον όρο agnus–castus προέρχεται από την ελληνική ἁγνός (αγνός) και τη λατινική castus επίσης “αγνός”.
Ο άγνος είναι θάμνος που μπορεί να φτάσει σε ύψος τα τρία μέτρα και το χαρακτηριστικό του είναι τα μεγάλα και ίσα κλαδιά, οι βέργες, που διακρίνονται για την ευλυγισία τους γι αυτό λέγεται και “λυγαριά”, επειδή τα κλαδιά της είναι ευλύγιστα. Χρησιμοποιούνταν ευρύτατα στην καλαθοπλεκτική, που ήταν ανεπτυγμένη στην ύπαιθρο της Κέρκυρας και ιδιαίτερα στον συνοικισμό “Παχάτικα” του Γαστουρίου. Από τον άγνο πήραν το όνομά τους διάφορες τοποθεσίες στο νησί, όπως το Αγνί, η Αγνίτσινη κ.α.
Τα άνθη του αναπτύσσονται στις κορυφές των μίσχων διαμορφώνοντας ένα κωνικό σχήμα. Έχουν χρώμα συνήθως μωβ αλλά και λευκό. Τα φύλλα του είναι λογχοειδή και ανά πέντε ενωμένα με τον κεντρικό βλαστό. Συναντάται σε χαμηλά υψόμετρα, παραθαλάσσιες περιοχές και κατά μήκος των ρεμάτων. Ανθίζει από τα τέλη Ιουνίου μέχρι και τον Νοέμβριο. Συχνά καλλιεργείται και ως καλλωπιστικό σε κήπους και γλάστρες.
Άλλα ονόματα του άγνου είναι: λυγιά, αγνιά και καναπίτσα.
Συγκαταλέγεται στα κορυφαία φυτά της γυναικείας γονιμότητας. Διεγείρει την υπόφυση και συμβάλλει στην παραγωγή και την ισορροπία των ορμονών.
Ακριβώς αντίθετα είναι τα αποτελέσματα τηε χρήσης του φυτού στους άνδρες. Η λατινική ονομασία του βοτάνου προέρχεται από το γεγονός ότι οι μοναχοί το λάμβαναν ως αντιαφροδισιακό, για να θέσουν υπό έλεγχο τη λίμπιντό τους, προκειμένου να στρέψουν τις σκέψεις τους σε πιο πνευματικές ενασχολήσεις.
Ορισμένοι Άγγλοι βοτανοθεραπευτές αποκαλούν το βότανο με την παραδοσιακή του ονομασία, “monk’s pepper” (πιπέρι του μοναχού).