Σαπίτης, Σαυρόφιδο (Malpolon insignitus)
Οι οχιές είναι είδη ιοβόλων φιδιών που ανήκουν στην οικογένεια Viperidae. Η γεωγραφική τους εξάπλωση περιλαμβάνει όλα τα μέρη του κόσμου, εκτός από την Ανταρκτική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Μαδαγασκάρη, τη Χαβάη, διάφορα άλλα απομονωμένα νησιά και βόρεια του Αρκτικού Κύκλου. Όλα τα είδη της οικογένειας έχουν δόντια που συνδέονται με ιοβόλους αδένες.
Η οχιά είναι ένα μεσαίου μεγέθους ερπετό, το οποίο φτάνει σπάνια έως ένα μέτρο μήκος. Το σώμα της οχιάς έχει σχήμα κυλίνδρου, τα αρσενικά φίδια έχουν χρώμα σταχτί, ενώ τα θηλυκά είναι πιο ανοιχτόχρωμα μπεζ. Καλύπτεται από φολίδες, όπως και το κεφάλι. Επίσης, στη ράχη το φίδι έχει σκούρα σχέδια σε σχήμα τεθλασμένης γραμμής, ενώ στο κεφάλι τα σχήματα που έχει σχηματίζουν το γράμμα Χ ή Λ. Τα θηλυκά έχουν πιο μικρό μήκος από τα αρσενικά. Το κεφάλι της είναι πιο πλατύ προς τα πίσω και διακρίνεται έντονα από το σώμα. Η ουρά της είναι κοντή. Έχει δυνατή όραση ακόμα και στο σκοτάδι, ενώ η ίριδα των ματιών της έχει την ιδιότητα να αλλάζει ανάλογα με την ένταση του φωτός. Στην άνω γνάθο είναι εξοπλισμένη με δύο μυτερά δόντια, μεγαλύτερα από τα κοινά που έχει, τα οποία συνδέονται με αδένες που εκκρίνουν δηλητήριο. Το φίδι αυτό συναντάται σε παραποτάμιες περιοχές με βραχώδεις σχηματισμούς, καθώς έχει την ικανότητα να αναρριχάται και να κολυμπάει.
Τα περισσότερα είδη είναι ωοζωοτόκα. Η ίδια η λέξη viper (επιστημονική ονομασία του φιδιού) προέρχεται από τις λατινικές λέξεις vivo: ζω και pario: γεννώ. Γεννά 10-20 ζωντανά μικρά, τα οποία έχουν δηλητήριο.
Όταν η οχιά δαγκώσει τη λεία, τότε πιέζονται οι αδένες και εκκρίνεται δηλητήριο, το οποίο μέσω των δοντιών περνά στην πληγή του θύματος. Ανάλογα με τις περιστάσεις, η οχιά έχει την ικανότητα να καθορίζει την ποσότητα δηλητηρίου που θα χύσει στο θύμα της. Γενικότερα, η ποσότητα του δηλητηρίου είναι ανάλογη του μεγέθους του φιδιού.
Οι ενήλικες οχιές τρέφονται με μικρά ζώα, όπως ποντίκια, άλλα ερπετά και πτηνά. Το δηλητήριό της είναι επικίνδυνο. Τυπικά περιέχει πολλές πρωτεϊνάσες (ένζυμα που διαλύουν πρωτεΐνες). Αυτές προκαλούν συμπτώματα πόνου, οίδημα και νέκρωση, όπως επίσης και απώλεια αίματος. Ο θάνατος συνήθως επέρχεται από την πτώση της αρτηριακής πίεσης. Οι οχιές δεν επιτίθενται ποτέ στον άνθρωπο εάν δεν πατηθούν, πιαστούν ή απειληθούν άμεσα.
Αν δεχθεί κάποιος δηλητηριώδες δήγμα από οχιά, απαιτείται έγκαιρη ιατρική φροντίδα. Είναι σημαντικό να μην σκιστεί ή κοπεί το δέρμα στο σημείο του δήγματος και να μην δεθεί το δαγκωμένο μέλος. Το δηλητήριο εξαπλώνεται κυρίως μέσω της λέμφου και όχι της φλεβικής ή αρτηριακής οδού, έτσι το να προκληθεί αιμορραγία στο σημείο του δαγκώματος είναι ανούσιο αλλά και επικίνδυνο, λόγω του τραυματικού σοκ που μπορεί να προκληθεί και να επιδεινώσει την κατάσταση του ασθενούς. Επίσης μία σφιχτή περίδεση του δαγκωμένου μέλους φράσσει την κυκλοφορία του αίματος και μπορεί να προκαλέσει νέκρωση, γάγγραινα και θρομβώσεις, έτσι είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ομαλή κυκλοφορία του αίματος. Στις σοβαρότερες περιπτώσεις, αν δεν φέρει το θάνατο, το δήγμα οχιάς αφήνει μόνιμη ουλή στο σημείο του δαγκώματος, ή μπορεί να απαιτηθεί ακρωτηριασμός του μέλους. Μπορεί επίσης ο ασθενής ή η ασθενής να είναι αλλεργικός στο δάγκωμα. Κατά την συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δηλητηριωδών δηγμάτων στην χώρα μας, τα συμπτώματα υποχωρούν μετά την κατάλληλη ιατρική περίθαλψη και επέρχεται η πλήρης ίαση του ασθενούς.
Ένα μικρό, κοντόχοντρο και σχετικά ήρεμο φίδι που εύκολα ξεχωρίζει από το σκούρο ζιγκ-ζακ στη ράχη και το μεγάλο κεφάλι με μια απόφυση στο ρύγχος σαν κέρατο. Είναι το μοναδικό δυνητικά επικίνδυνο φίδι της Κέρκυρας με δύο σωληνωτά δόντια στο μπροστινό μέρος της άνω γνάθου για τη διοχέτευση του δηλητηρίου. Έχει σχετικά ισχυρό δηλητήριο αλλά τα θανάσιμα δαγκώματα είναι πολύ σπάνια. Το δάγκωμά της πρέπει πάντα να αντιμετωπίζεται εγκαίρως σε νοσοκομείο από ειδικό προσωπικό. Τρέφεται με ασπόνδυλα, σαύρες, τρωκτικά και μικρά πτηνά. Δηλητηριώδες. 35-70 cm.