Η μεσογειακή χελώνα, Testudo hermanni είναι ένα είδος χερσαίας χελώνας της οικογένειας Testudinidae που απαντάται στην Ευρώπη. Η επιστημονική ονομασία του είδους έχει δοθεί προς τιμήν του Γάλλου φυσιοδίφη Johann Hermann.
Η γεωγραφική κατανομή του είδους περιλαμβάνει τη Ν. Ευρώπη, συγκεκριμένα την Α. Ισπανία, Ν. Γαλλία, Κ. Ιταλία, την Βαλκανική χερσόνησο (Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Ελλάδα, Κροατία, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία, Ρουμανία, Σερβία) και αρκετά νησιά της Μεσογείου (Σικελία, Σαρδηνία, Κορσική, Βαλεαρίδες Νήσοι). Η κατανομή του είδους στην Ελλάδα περιλαμβάνει την ηπειρωτική Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Εύβοια και νησιά του Ιονίου.
Η Μεσογειακή χελώνα είναι μικρού-μεσαίου μεγέθους με μαύρο-κίτρινο καβούκι (χέλυο), αν και στα ενήλικα ζώα η φωτεινότητα των χρωμάτων μπορεί να εξασθενήσει σε λιγότερο ευδιάκριτο γκρίζο-κίτρινο χρώμα. Έχει ελαφρώς γαμψή άνω γνάθο και όπως και άλλες χελώνες, δεν διαθέτει δόντια. Τα άκρα της είναι γκριζωπά έως καφέ και η ουρά της φέρει ένα φύμα στο άκρο της. Τα ενήλικα αρσενικά έχουν ιδιαίτερα μακριές και παχιές ουρές και καλά αναπτυγμένα φύματα, τα οποία τα διακρίνουν από τα θηλυκά.
Με χρώματα παρόμοια με της ελληνικής χελώνας (Testudo graeca), η μεσογειακή χελώνα διαφέρει σε μια σειρά από γνωρίσματα. Έχει διπλή υπερουραία πλάκα, κεράτινη απόφυση στην κατάληξη της ουράς και χαρακτηριστικά επάρματα μεταξύ μηρών και ουράς. Το καβούκι παρουσιάζει έντονη κύρτωση στο άνω μέρος, ενώ το κάτω είναι σχεδόν επίπεδο στα θηλυκά και κυρτό στα αρσενικά, κάτι που διευκολύνει το ζευγάρωμα.
Το μήκος του καβουκιού σε ευθεία γραμμή φθάνει έως τα 20 εκατοστά. Τα θηλυκά είναι μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Είναι το μικρότερο είδος χελώνας της ξηράς, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά είδη. Η κρασπεδωτή χελώνα (Testudo marginata) μπορεί να φθάσει και στο διπλάσιο μήκος, ενώ το καβούκι της ελληνικής χελώνας (Testudo graeca) μπορεί να ξεπεράσει τα 25 εκατοστά.
Η μεσογειακή χελώνα χρησιμοποιεί μια μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων, από το υψόμετρο της θάλασσας έως και τις ορεινές περιοχές. Προτιμά λιβάδια και αραιούς θαμνώνες, αλλά εμφανίζεται, με μεγάλες πυκνότητες, και στα δρυοδάση. Αντίθετα, είναι πιο σπάνια στα πυκνά δάση κωνοφόρων και στα υγρά δάση οξιάς όπου συνήθως περιορίζεται στα όρια του δάσους ή σε ανοίγματα. Εμφανίζεται σε μεγαλύτερα υψόμετρα από τα υπόλοιπα είδη χελωνών και μπορεί να βρεθεί έως και τα 1.500 μέτρα. Δραστηριοποιείται κατά τη διάρκεια της ημέρας και η διατροφή της στηρίζεται κυρίως σε ποώδη φυτά. Περιστασιακά, καταναλώνει και ασπόνδυλα ή πτώματα. Πριν από το ζευγάρωμα, τα αρσενικό συνήθως δαγκώνει τα πόδια του θηλυκού, ενώ η διαδικασία του ζευγαρώματος μπορεί να διαρκέσει έως και 2 ώρες. Τα θηλυκά γεννάνε, συχνά 2 φορές, από 3 έως 12 αβγά. Τα νεαρά εκκολάπτονται μετά από 2 έως 3 μήνες και έχουν μήκος που δεν ξεπερνά τα 4 εκατοστά. Σε αυτή την ηλικία είναι πολύ δύσκολο να διακριθούν από τα άλλα είδη χελωνών. Ενηλικιώνονται συνήθως μετά το όγδοο έτος τα αρσενικά και μετά το ενδέκατο τα θηλυκά.
Παρότι αποτελεί οικείο στους κατοίκους της νότιας Βαλκανικής είδος, φαίνεται να αντιμετωπίζει πλέον σοβαρές απειλές. Μακροπρόθεσμα, η καταστροφή των βιοτόπων της είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος και έχει ήδη οδηγήσει σε συρρίκνωση αρκετούς πληθυσμούς.. Στην Ελλάδα η παράνομη συλλογή για διατήρηση σε αιχμαλωσία, καθώς και οι πυρκαγιές είναι βασικές αιτίες μείωσης των πληθυσμών της. Η μεσογειακή χελώνα προστατεύεται από την εθνική νομοθεσία. Περιλαμβάνεται, επίσης, στο Παράρτημα ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης και στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.